Παρασκευή, Δεκεμβρίου 26, 2008

Ανάθεμα

Ανάθεμα στην αναξιοκρατία και την ανηθικότητα που οπλίζουν χέρια.
Ανάθεμα στα χέρια που οπλίζονται και πυροβολούν.
Ανάθεμα στην αγνωμοσύνη που ανταριάζει τα ήθη.
Ανάθεμα στα ήθη που αποχαυνώνουν το πλήθος.
Ανάθεμα στο πλήθος που σκορπίζει τον πόνο.
Ανάθεμα στον πόνο που εξορίζει τη συμπόνια
Ανάθεμα στη συμπόνια που προσβάλει τη μνήμη
Ανάθεμα στη μνήμη που αρρωσταίνει
Ανάθεμα στην αρρώστια που μας έλουσε όλους
Ανάθεμά μας όλων που φοβόμαστε το δίκιο μας
Ανάθεμα

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 08, 2008

Mister Nice Guy (4)

Η χρονιά τελειώνει. Άλλη μια χρονιά τελειώνει. Και οι ιστορίες μου δεν τελειώνουν. Η μελαγχολία μου δεν τελειώνει. Η μοναξιά μου δεν τελειώνει. Μεγαλώνει. Γύρισα και άνοιξα ξανά την πόρτα της ντουλάπας μου. Άνοιξα την πόρτα για να δω κρεμασμένη τη στολή μου. Αυτήν την στολή με τα τριμένα, τα μαύρα τα γόνατα, το γυαλιστερό της ύφασμα, τη στενή της κοψιά. Δεν μπήκα κατευθείαν μέσα, όπως έκανα άλλοτε. Στάθηκα στην πόρτα και την κοίταξα. Και σαν να έβγαλε μάτια και με κοίταξε πίσω. Ήταν δυο μάτια παγωμένα, δυο μάτια γυάλινα, κουρασμένα. "Βαρέθηκα", μου είπαν, βουβά. "Βαρέθηκα", μου έλεγαν, χωρίς δάκρυα. Γύρισα την πλάτη μου. Δεν κατάφερα να απομακρυνθώ 2 βήματα και γύρισα απότομα. Τα μάτια ήταν ακόμη εκεί, αλλά δεν με κοιτούσαν πια. Είχαν γυρίσει και κοίταγαν μπροστά, σε ένα αδιόρατο κενό. Δεν καταδέχτηκαν να μου ρίξουν 2η ματιά. Απογοήτευση, άρνηση, ανία, βουβός θυμός.
Φοβάμαι μήπως τα μάτια αποκτήσουν χέρια, γιατί τότε θα κλειδώσουν τη ντουλάπα και θα χάσω το τελευταίο μου καταφύγιο. Και τι θα κάνω τότε; Ή που θα πεθάνω ή που θα αρχίσω να ζω!!!

Σάββατο, Οκτωβρίου 11, 2008

Mister Nice Guy (3)

Το κοστούμι έμεινε για μέρες κρυμμένο στη ντουλάπα. Έμεινε και ξεχάστηκε. Μέχρι που ήρθες εσύ και μου είπες πράγματα και θάματα. Μου μίλησες για σένα, μου μίλησες για τη ζωή σου που έχτισες γύρω από ένα παιχνίδι. Μου μίλησες για το τραγούδι που σου έλεγε και σε έπειθε να μένεις εκεί. Να μην αλλάζεις παραστάσεις παρά να μένεις εκεί. Ακλόνητη. Βράχος. Γιατί έμεινες; Γιατί έμεινες μέχρι που τα παπούτσια σου γίνανε σκόνη, οι σόλες χώμα και τα τακούνια ανύπαρκτα; Γιατί χόρευες στο χορό που αυτός σου έμαθε; Χωρίς σταματημό; Γιατί δεν κάθησες να ξαποστάσεις; Γιατί δεν πήρες μιαν ανάσα κι ένα ποτήρι νερό; Γιατί συνέχισες να λικνίζεσαι στο δικό του το ρυθμό;
Όταν ρωτάω, θυμάμαι. Θυμάμαι το φυλαγμένο κουστούμι στη ντουλάπα κι αυτό γυαλίζει. Όπως την πρώτη φορά που το είδα. Γυαλίζουν τα τριμένα του γόνατα και οι αγκώνες και με φωνάζει κοντά του. Να πάω να το πιάσω να νιώσω τη λάμψη του.
Σε νιώθω, ξέρεις. Σε νιώθω πολύ καλά. Και ξέρω κι εγώ τις ερωτήσεις σου. Τις έχω μέσα μου και με κρατάνε στραμμένο στη ντουλάπα. Τις ξέρω καλά. Ξέρω και το τραγούδι αυτό των σειρήνων που σε κρατάει δεμένη στο άρμα του. Ξέρω και το πώς και το γιατί. Και την απάντηση την ξέρω.

Καληνύχτα για απόψε, κοστούμι.
Σε νίκησα.
Προσωρινά.
Καληνύχτα

Σάββατο, Μαΐου 03, 2008

Mister Nice Guy (2)

Μέτρησα σειρήνες για να κοιμηθώ απόψε. Παλιά μετρούσα πρόβατα, αλλά τα πρόβατα είναι μεταλλαγμένα στις μέρες μας. Τι να τα κάνεις, όταν πηδώντας το μαντράκι κάνουν μου, αντί για μπέ. Αγαμία.
Μέτρησα δέκα μιλώντας μαί της στο τηλέφωνο. Είχα βγάλει το κοστούμι μου, το είχα απλώσει πάνω στην παλιά ξύλινη καρέκλα, πίσω από την πόρτα με το μπρούτζινο πόμολο. Το άφησα εκεί να κάθεται και να με κοιτάει, με την ψυχή του στα μάτια μου μπροστά. Έκλεισα την πόρτα πίσω μου και αφέθηκα στη δική μου τη ζωή.
Γύρισα στο κρεβάτι μου να κοιμηθώ και μύριζα ολόκληρος ξανθό μουνί. Αυτή τη μυρωδιά εγώ δεν την καταλαβαίνω είναι σα να έχει γίνει δεύτερο πετσί μου. Δεν την βγάζω, την κρατάω να μένει απάνω μου, να με συνοδεύει σε κάθε μου κίνηση. Ηλίθιοι μικροψυχοι άνθρωποι μου ζητούν να την ξεβγάλω με νερό και σαπούνι και τους απαντώ δεν μπορώ: τη βρήκα να σέρνεται πάνω σε κόκκινα τακούνια, μέσα σε μικρά μαύρα πρόστυχα εσώρουχα. Δεν χρειάστηκε να κάνω πολλά για να την πάρω πάνω. Το μόνο που χρειάζεται είναι διάθεση, συμπεριφορά κα ύφος: είμαι για να κάνω ότι μου ζητηθεί. Όχι γιατί το θέλω, ούτε γιατί το έχω προμελετήσει. Απλώς είμαι εδώ και θα ανέβω στο πρώτο λεωφορείο που περάσει, είτε πηγαίνει στο Σύνταγμα είτε στο Καματερό.
Έπεσα στο κρεβάτι μου να κοιμηθώ και δεν μπορούσα. Κάτι συμβαίνει όταν πέφτω στο κρεβάτι, βγαίνει το μεγάλο τέρας μέσα από την ντουλάπα. Το τέρας που πάντα φοβόμουν. Και δε μένω μόνο στο να το περιμένω. Το βλέπω και μπορώ να το περιγράψω μέχρι και την τελευταία του κολότριχα. Έχει μεγάλα κίτρινοπράσινα δόντια, μαύρο τρίχωμα, μεγάλα πόδια και κόκκινα μάτια. Το χειρότερο είναι πως μιλάει το γαμημένο. Λέει, λέει, λέει και δε σταματάει. Δεν έχω βρει το κόλπο να το διώξω. Και όταν είναι εκεί το μόνο που με σώνει είναι να φανταστώ σειρήνες. Μονο αυτές τίποτε άλλο.
Με τα μαλλιά τους, τα μπλεγμένα με φύκια και κοράλια, το στήθος τους να πιάνει τον άνεμο και τη χρυσή ουρά τους να απλώνεται πάνω στο βράχο μεσοπέλαγα. Και το τραγούδι τους, ναι το τραγούδι τους που μιλάει για ναυάγια και ναυτικούς, που μιλάει για τα βάθη της θάλασσας και τα πλάτη του ωκεανού. Μόνο αυτό με βάζει στη θέση μου, αυτό και η μυρωδιά που κράτησα πάνω μου μετά την τελευταία μου παράσταση!

Πέμπτη, Μαΐου 01, 2008

Mister nice guy

Κάθε φορά που τον πλησίαζε η κατάθλιψη έμπαινε γρήγορα σε ένα γνώριμο κοστούμι. Μαύρο, γιαλιστερό και κολλητό στα επίμαχα σημεία. Τι σημασία είχε αν το κοστούμι είχε παλιώσει, αν οι αγκώνες του ήταν τριμμένοι και τα γόνατα άσπρα από την πολυκαιρία. Το κοστούμι του χώραγε το ίδιο καλά όσο και πριν 15 χρόνια. Τότε ήταν 20, τώρα είναι 35 και όλα μοιάζουν να ήταν πάντα έτσι. Μέσα σε αυτό το κοστούμι.
Βρήκε το ύφασμα στο βάθος του μυαλού του, πίσω από μια κλεισμένη πόρτα με μπρούτζινο πόμολο. Την άνοιξε και το είδε να γυαλίζει. Είχε μόλις κλείσει τα 20 και βίωνε την πρώτη του απογοήτευση. Εκείνος το μόνο που ζητούσε ήταν την τρυφερότητα, εκείνη ήθελε να βρει τον οργασμό της.
Το είδε από μακρυά το ύφασμα, και είπε "εδώ είναι η σωτηρία". Κάθησε, το έκοψε, το έραψε να του ταιριάζει και υποσχέθηκε στον εαυτό του ότι όποτε εκείνος θα ζήταγε την αφοσίωση και την τρυφερότητα και εκείνη τη διασκέδαση και τον οργασμό εκείνος θα έτρεχε σε αυτήν την πόρτα θα την άνοιγε και θα φόραγε το καινούργιο του κοστούμι.
Όταν το φόρεσε για πρώτη φορά κατάλαβε ότι το κοστούμι χρειαζόταν και όνομα, χρειαζόταν και ιδεολογία, χρειαζόταν και ένα συγγραφέα να το συνοδεύει με φιλολογικά κλισέ. Τα βρήκε όλα: ήταν ο Άγγελος, η ιδεολογία του συμπεριλαμβανόταν στην απουσία της και ο Bukowski του ταίριαζε γάντι. Το ποτό του ήταν το ουίσκι, το φτηνό bourbon των αμερικάνικων bar, η αξιοπρέπειά του άρχιζε και τελείωνε στην άκρη μιας λιγδιασμένης μπάρας και το ύψος των ματιών του περιοριζόταν from the waste down. Ήταν ένας αμετανόητος σκορπιός: σεξ, ψέματα, και βιντεοταινίες με αλκόολ και ναρκωτικά. Αυτή ήταν η εικόνα που του ταίριαζε. Την έφτιαξε, την πίστεψε, την δέχτηκε, την αγκάλιασε και είπε: "ότι δεν μπορώ να είμαι, μπορώ απλά να φαντάζομαι ότι είμαι". Και άνοιξε το βήμα του για την επόμενη μπάρα, στην επόμενη ξανθιά. Είχε ανάγκη από ξανθιά απόψε. Ο λαός, ή μάλλον ο λαουτζίκος το λέει πολύ ωραία "ξανθό μουνί, τρελό γαμήσι".

Σάββατο, Απριλίου 19, 2008

7 και αν προσέχεις

ΑΥΤΟΥΣΙΑ Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΒΙΤΑΛΗ ΓΙΑ ΤΟ "Κ" ΤΗΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ (ΣΤΟΝ ΟΔΥΣΣΕΑ ΙΩΑΝΝΟΥ).
ΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΣΩΡΕΥΤΙΚΗΣ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ (ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΣΥΝΔΕΣΩ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ)
ΝΑ ΤΟΝ ΑΚΟΥΣΟΥΜΕ ΤΟ ΔΙΣΚΟ ΤΗΣ. ΑΚΟΥΣΑ 2 ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΣΤΟ ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ ΚΑΙ ΚΑΤΙ ΕΠΑΘΑ.
ΠΑΩ ΝΑ ΤΟΝ ΑΓΟΡΑΣΩ ΤΩΡΑ, ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΙΣ ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΕΣ ΔΩΡΟ ΣΤΟΝ ΑΝΙΨΙΟ ΜΟΥ. ΣΗΜΕΡΑ ΕΧΕΙ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΤΟΥ SOLO ΣΤΗΝ ΚΙΘΑΡΑ ΜΕΤΑ ΑΠΟ 6 ΜΗΝΕΣ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ. ΠΟΛΥ ΤΟΝ ΚΑΜΑΡΩΝΩ.

Ελένη Βιτάλη
«Δεν πιστεύω πια πως για όλα φταίνε οι άλλοι»
Η μεγάλη λαϊκή ερμηνεύτρια επιστρέφει με καινούργια τραγούδια και νέες αποφάσεις…
Του Οδυσσέα Ιωάννου

(http://trans.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_qsite2_27_04/04/2008_227955)

Θα ξεκινήσω γράφοντας αυτό που αισθάνομαι πρώτο, ζητώντας συγγνώμη για την «αυθαιρεσία» μου. Η Ελένη Βιτάλη ανήκει στην «ιερή τριάδα» των λαϊκών μας ερμηνευτριών τα τελευταία σαράντα χρόνια - την οποία συμπληρώνουν η Χάρις Αλεξίου και η Βίκυ Μοσχολιού. Εχουν περάσει σχεδόν είκοσι χρόνια από το «Απέναντι μπαλκόνι», εκείνη την καθαρή, ωμή, «κοριτσίστικη» τρυφερότητα. Κλάματα και χάδια, ό,τι γεννάει ένα σώμα γυναίκας, σκληρή κατά ριπάς, οπλισμένα νεύρα και στο εξώφυλλο πανέμορφη.

Από μεγάλο σόι λαϊκών μουσικών, με πολύχρονη θητεία στις ψάθινες καρέκλες του πάλκου, έχει φάει σίδερα, προκάλεσε θεούς και δαίμονες σε ένα πεδίο μάχης που κανένας μας δεν βγαίνει ποτέ νικητής και ηττήθηκε. Τουλάχιστον, έχασε καθαρά και στα ίσα. Σώμα με σώμα, μυαλό με μυαλό, δεν κρύφτηκε. Αυτή είναι μία νίκη…

Σε λίγες μέρες κυκλοφορεί το «7 και να προσέχεις», με δώδεκα καινούργια δικά της τραγούδια, σε ενορχήστρωση του Γιάννη Σπάθα και παραγωγή του Γιώργου Μακράκη.

Ξεκούραστη φωνή, με εξαιρετικά υψηλές επιδόσεις, σε έναν δίσκο που άλλοτε «θυμάται» τον λαϊκό ήχο του '60 και άλλοτε σαν αλεξήνεμο προφυλάσσει τις ζωντανές φλόγες της. Σπουδαία μαστόρισσα στο στίχο, αυτόφωτη στις μελωδίες της, η Ελένη Βιτάλη έχει κάτι να μας πει. Κάτι που -κι αυτό είναι σπάνιο- το 'χει πληρωμένο…

Πόσα χρόνια έγραφες αυτά τα τραγούδια;

Το πιο παλιό είναι η «Τρέλα», γράφτηκε πριν από εννέα χρόνια. Αμέσως μετά έγραψα τα «Κανάλια» και μέσα στο επόμενο εξάμηνο τα υπόλοιπα.

Τόσα χρόνια πού «κολλούσε» η ηχογράφηση του δίσκου;

Στην τεμπελιά μου, πουθενά αλλού. Ή, αν θέλεις να σου το πω αλλιώς, για να μην κρύβομαι, στην κατάθλιψή μου. Αλλά και η κατάθλιψή μου αποτέλεσμα της τεμπελιάς μου ήταν.

Γιατί έγραψες τραγούδι για την τρέλα;

Είχαμε πάει τότε ταξίδι σε μία πόλη στην Ινδία, τέσσερις φίλοι, και μέναμε στο ίδιο διαμέρισμα. Ο ένας από αυτούς είχε περάσει ανάλογα επεισόδια τρέλας, την έζησα από κοντά και με επηρέασε. Ηταν ένας πολύ οργανωτικός άνθρωπος -μουσικός- που δεν αμελούσε ποτέ τίποτα, αλλά όταν δεν έπαιρνε τα χάπια του γινόταν επικίνδυνος.

Φοβήθηκες ποτέ την τρέλα - για τον εαυτό σου;

Οχι. Φοβήθηκα το φόβο της. Ο φόβος είναι μια δίνη από την οποία δεν μπορείς να βγεις. Πονάει πολύ. Η τρέλα δεν ξέρω τι είναι, αλλά δεν φοβάμαι μη μου συμβεί. Τη θεωρώ κάτι περισσότερο οργανικό, και με την έννοια αυτή είναι σαν να με ρωτάς αν φοβάμαι αρρώστιες σαν τον καρκίνο. Ας πούμε πως και το μυαλό είναι ένα μέρος του σώματος, ένα συκώτι που χαλάει. Αν συμβεί, εδώ είμαι…

Ολα αυτά τα χρόνια της δισκογραφικής απουσίας, σίγουρα θα έχεις ακούσει -από ανθρώπους που σε αγαπάνε- «τι κρίμα μια τόσο μεγάλη φωνή να χαθεί μέσα στα χάπια». Αυτή είναι η «χασούρα» που βγαίνει προς τα έξω ως αυτόματη και εύκολη κρίση. Το δικό σου προσωπικό «ταξίδεμα» αυτά τα χρόνια ήταν «χασούρα» ή αισθάνεσαι πως κέρδισες και πράγματα;

Το ακούω συνέχεια. Οποιος δεν δισκογραφεί δεν σημαίνει ότι χάνεται. Απλώς, δεν τον βλέπουμε εμείς. Αυτό το «κρίμα» που είπες το βλέπω στα μάτια πολλών ανθρώπων όταν με συναντούν. Τι κάνει η Βιτάλη; Εμφανίζεται και χάνεται συνέχεια γιατί έχει πρόβλημα με τα ψυχολογικά της. Αυτό λένε και καθαρίζουν.

Σε ενοχλεί; Το αισθάνεσαι ως παραβίαση;

Είναι μία παραβίαση μέσα στις τόσο πολλές καθημερινές παραβιάσεις και αδιακρισίες. Σε κάποιες από αυτές δεν είμαι εγώ το θύμα, αλλά ο θύτης. Δεν είναι καλό να μπαίνεις στην ψυχή του άλλου με τα λασπωμένα παπούτσια σου. Αν ο άλλος δεν καταλαβαίνει πως γίνεται αδιάκριτος και άτσαλος, δεν ξέρω τι μπορώ να κάνω εγώ γι' αυτό.

Δεν έχεις κρυφτεί όμως ποτέ. Θυμάμαι πως ακόμη και σε μια ραδιοφωνική συνέντευξη που κάναμε μαζί, δίχως ανάλογη δική μου ερώτηση, ανέφερες τα χάπια και την κατάθλιψη.

Οχι, δεν το κρύβω. Ξέρεις γιατί; Το ότι παίρνεις μια ουσία που την παίρνουν τόσοι άνθρωποι δεν είναι κάτι μεμπτό. Ξέρεις πόσοι παίρνουν χάπια; Το θέμα είναι πως εμένα με «καβάλησαν» αυτές οι ουσίες, ενώ κάποιοι άλλοι στάθηκαν πιο δυνατοί. Από εκεί και πέρα, όταν ακούς το όνομα Βιτάλη και το συνδυάζεις αυτόματα μόνο με τα χάπια, τότε χάνεις πολλά άλλα πράγματα από αυτό το πρόσωπο. Οποιος θέλει να σταθεί μόνο σε αυτό και κρίνει έτσι μονοδιάστατα τους ανθρώπους, είναι άξιος της τύχης του. Αλλοι, αν δεν πιουν ένα μπουκάλι ουίσκι, δεν μπορούν να βγουν στη σκηνή. Εγώ είμαι το θέμα; Εγώ έκανα πέντε βλακείες και τις πλήρωσα.

Για να μην παρεξηγηθούμε, μη δαιμονοποιήσουμε τα χάπια. Είναι κι αυτά φάρμακα, και κάποιοι άνθρωποι τα χρειάζονται και τους βοηθούν.

Φυσικά, το θέμα είναι όμως να σε βοηθάνε πραγματικά. Εμένα, σου είπα πως με «καβάλησαν». Γιατί, ένα ουισκάκι είναι κακό; Τελικά νομίζω πια, πως όλα είναι κακά. Το ξενέρωμα είναι το καλύτερο πράγμα. Μόνο αυτό το κωλοτσίγαρο μου έχει μείνει, δεν το έχω κόψει ακόμα.

Ο δίσκος λέγεται «7 και να προσέχεις». Παλαιότερα μου είχες πει πως ήθελες και ο δίσκος να έχει μόνο εφτά τραγούδια - κάτι που δεν έγινε τελικά. Γιατί αυτή η εμμονή με το εφτά;

Δεν υπάρχει κάποια εμμονή. Απλώς, μου άρεσε ως τίτλος, δεν βρήκα κάτι καλύτερο.

Δεν έχει να κάνει με την ιερότητα αυτού του αριθμού σε όλους σχεδόν τους αρχαίους πολιτισμούς;

Εχει να κάνει και μ' αυτό. Κάτι λέει αυτό το νούμερο. Το ομότιτλο τραγούδι, πάντως, είναι ένα τραγούδι που μιλάει για την αγάπη - αν και κινείται στο χώρο του αοράτου.


Μου έδωσε την εντύπωση ενός τραγουδιού που φωνάζει «βγες έξω και ζήσε!»…

Αυτό είναι. Ζούμε σαν παραλυμένοι. Δεν έχουμε πια ταλέντο να ζούμε. Οπως και το κοινό, όταν στερείται ταλέντου, τι να σου κάνει και ο τραγουδιστής…

Να σου πω κάτι που μου συνέβη προχθές; Περνούσα έξω από μία εκκλησία και σκέφτηκα να μπω μέσα να ανάψω ένα κερί. Ηταν πολύς κόσμος μέσα και έψαλλε το «Τη Υπερμάχω». Στο τέλος, ούτε παλαμάκια ούτε μπράβο ούτε τίποτα. Είπα «αυτό είναι», ένιωσα πολύ καλά.

Από το «Απέναντι μπαλκόνι» έχουν περάσει περίπου είκοσι χρόνια. Μεσολάβησαν βέβαια και άλλες δουλειές σου, αλλά εκείνος ο δίσκος είναι πια ένας εμβληματικός δίσκος της ελληνικής δισκογραφίας. Τι έχει αλλάξει από τότε στον κεντρικό φιλοσοφικό σου άξονα; Υπάρχει κάτι που δεν θα έγραφες σήμερα;

Βέβαια. Μπορώ να σου αναφέρω συγκεκριμένα παραδείγματα. Ελεγα τότε στην «Κιβωτό», λίγο σαρκαστικά, πως κάποιοι προσπαθούν να μας πείσουν πως μόνο και μόνο ότι γεννηθήκαμε «είναι προνόμιο μεγάλο». Τώρα ξέρω πως είναι πραγματικά προνόμιο μεγάλο. Επίσης το «Εγώ τραγούδαγα τα βράδια στα σκυλάδικα» δεν θα το έγραφα σήμερα. Δεν το λέω συχνά πια ούτε στις συναυλίες μου. Γιατί ξέρω πως από τέτοιους χώρους είμαι αυτό που είμαι. Δεν εννοώ τα σκυλάδικα, αλλά το σουβλατζίδικο και τη μυρωδιά του, τώρα θέλω να το αγκαλιάσω και να το φιλήσω, όχι να το κατακρίνω. Δεν θα ξαναέγραφα «πάρε με από δω, γιατί ο άγγελος που έχω κρύψει στα στήθια χαφιές θα μου γίνει κι αυτός». Αγγελος είναι ο κάθε άνθρωπος. Είναι ο γείτονάς μου που θέλει να μου πει «καλημέρα» αλλά ντρέπεται, ντρέπομαι κι εγώ. Και δεν θέλω να φύγω από πουθενά. Δεν πιστεύω πια πως για όλα φταίνε οι άλλοι.

Μέσα απ' όλη αυτή την περιπέτεια έχεις καταφέρει να βρεις ποιος είναι ο «εχθρός»; Ποιος είναι ο κύριος δαίμονάς σου;

Ο εγωισμός μου! Είμαι σίγουρη πια. Σε κάποιο παλαιότερο κείμενό σου, που είχες γράψει για μένα, με είχες χαρακτηρίσει «αθώα». Με είχε κολακέψει αυτό, αλλά δεν είμαι. Εχω, όπως είπες, ένα δαίμονα μέσα μου που με κάνει να νιώθω το κέντρο του κόσμου. Οταν αυτό υποχωρεί, νιώθω πολύ καλύτερα.

Και πώς παλεύεται αυτό;

Βρήκα έναν τρόπο και με έχει βοηθήσει: να ζω το παρόν και να είμαι γειωμένη. Σε αυτούς τους χώρους δεν προλαβαίνεις να καταλάβεις πότε καβάλησες το καλάμι. Πρέπει να είσαι σε θέση να δεχτείς πως είσαι ένα μικρό μέρος μιας τεράστιας αλυσίδας σ' αυτή τη ζωή. Η διασημότητα πρέπει να είναι ένα φυσικό αποτέλεσμα και όχι σκοπός. Ξέρεις κάτι; Εγώ τώρα αρχίζω να ψυλλιάζομαι γιατί ο Καζαντζίδης είχε αποσυρθεί και δεν τραγουδούσε. Πρέπει να είχε αποκοπεί από το αντικείμενο και κάποια στιγμή το είδε ως κάτι τελείως ξένο και δεν μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό του ξανά μέσα σε αυτό. Μου φαίνεται τελείως ξένο και άνευ λόγου να βγω και να τραγουδήσω πάλι σε μία σκηνή. Δεν λέω πως δεν θα το κάνω, αλλά μπορεί ανεβαίνοντας να αρχίσω να τρέχω. Τι δουλειά έχω εγώ εκεί πάνω; Φαντάσου να κάνει επιτυχία ο δίσκος, σκέφτομαι, και να μου ζητάνε να βγω σε κάποιο μαγαζί. Τι θα κάνω;

Πέρυσι έχασες τον άντρα σου. Πολλές φορές μια πολύ βαριά απώλεια σε τσακίζει και άλλες επιστρατεύει εσωτερικές δυνάμεις που ούτε φανταζόσουν πως διέθετες. Πώς το βίωσες;

Και τα δύο συνέβησαν. Με αποδυνάμωσε στην αρχή και μετά πάτησα απότομα στα πόδια μου. Τόσο απότομα που με τρόμαξε. Ο Βαγγέλης ήταν άντρας μου, πατέρας μου, φίλος μου, ο πατέρας του παιδιού μου. Ας πούμε τα πράγματα με το όνομά τους. Είμαι χήρα. Εκλαψα τον άντρα μου. Δεν νομίζω πως έκανα κάτι διαφορετικό απ' ό,τι θα έκανε ο καθένας.

Θα τα καταφέρεις μόνη σου;

Η μοναξιά δεν αντέχεται. Δεν ξέρω τι έχει μείνει για μένα στο μέλλον. Είμαι 54 χρόνων. Τι λες να γίνει; Να ερωτευτώ κάποιον 45άρη; Και αυτός τι θα ερωτευτεί από εμένα; Την κυτταρίτιδά μου ή τα νεύρα μου; Να βρεθεί κάποιος 65άρης; Θα έχει τα ίδια προβλήματα με μένα! Λες να βρεθεί αδελφή ψυχή να περπατήσουμε λίγο ακόμη μαζί; Ωραία θα ήταν…

Εχουν φύγει άνθρωποι από δίπλα σου λόγω των προσωπικών σου «προβλημάτων»; Ανθρωποι που κουράστηκαν από εσένα;

Οχι! Ολοι όσοι κουράστηκαν για να με αντέξουν, με αγαπάνε και τους αγαπάω. Στάθηκαν δίπλα μου και συνεχίζουν. Πάντα είχαν ένα γλυκό χαμόγελο και ένα «Ελένη, πρόσεχε». Ερχονταν και κρατούσαν για λίγο το σταυρό μου. Πόσο τυχερή είμαι…

Εσύ στέκεσαι δίπλα τους;

Πάντα.

Αισθάνεσαι πως ήσουν καλή μάνα;

Είναι πολύ δύσκολο να είσαι καλή μάνα. Νομίζω πως ήμουν όσο θα ήθελα και μπορούσα να είμαι, αλλά σήμερα θα ήθελα να μπορούσα περισσότερο. Ποτέ δεν το θεωρείς αρκετό. Πάντως, μεγαλώσαμε σαν οικογένεια. Ο γιος μου και ο άντρας μου δεν έζησαν με ντελίβερι, αλλά με φαγητό μαγειρεμένο από εμένα.

Ποιο είναι το λαϊκό τραγούδι σήμερα;

Μη νομίζεις πως τα παρακολουθώ και όλα. Ωραία τραγούδια γράφει ο Βαγγέλης Κορακάκης. Λαϊκός καλλιτέχνης είναι ο Σωκράτης Μάλαμας. Τον ακούς να τραγουδάει αβίαστα, με ένα τόσο φυσικό τρόπο, σαν να καθαρίζει τα τζάμια. Τραγουδάει «ωραία αφηρημένος»! Δεν έχει ανάγκη να προσποιηθεί κάτι που δεν είναι. Ακουσα την εκτέλεση που έκανε στο τραγούδι «Ξημερώνει» στις συναυλίες του Μελωδία στον Λυκαβηττό και ενθουσιάστηκα.

Σε ενθουσιάζει το σύγχρονο ελληνικό τραγούδι;

Νομίζω πως δεν γίνονται μεγάλες τομές. Αλλά πού αλλού γίνονται για να τις ζητάμε και στο τραγούδι; Τομή έκανε ο Σαββόπουλος. Τομή έκανε ο Ρασούλης. Αλλά ακόμη και όταν τις έκαναν, δεν τις καταλαβαίναμε. Οταν είχε κυκλοφορήσει η «Εκδίκηση της γυφτιάς» πήγε ο Ρασούλης στον Πατσιφά -τότε ιδιοκτήτη της «Λύρα»- να τον ρωτήσει τη γνώμη του. Γύρισε ο Πατσιφάς και του είπε: «Μια χαρά τα πήγες, τώρα πρέπει να μάθεις και μια δουλειά για να ζήσεις!»...

Συμφωνείς πως ως μεγάλοι τραγουδιστές θα μείνουν εκείνοι που ευτύχησαν -λόγω συγκυρίας αλλά και προσωπικών επιλογών- να πουν μεγάλα τραγούδια;

Συμφωνώ. Πέρασαν πολύ μεγάλες φωνές αλλά το μυαλό τους τούς πήγε αλλού. Ορισμένοι είχαν τις δυνατότητες, έπεσαν και επάνω σε δημιουργούς που έγραφαν διαμάντια και έστησαν μεγάλες καριέρες. Αλλοι επέλεξαν άλλο δρόμο, άλλα τραγούδια και δεν θα αφήσουν τελικά και πολλά πράγματα πίσω τους.

Αισθάνεσαι πως έχεις πάρει αυτό που σου άξιζε;

Και με το παραπάνω! Είμαι τόσο τεμπέλα που κανονικά δεν θα έπρεπε να με ξέρει κανένας!

Πηγή: Περιοδικό «Κ»

Old news are still news

Καλημέρα σας,
Πέρασε λίγος καιρός. Δεν είναι αυτή η στιγμή η κατάλληλη για απολογισμούς οι οποίοι θα γίνουν όμως έτσι κι αλλιώς. Είναι η στιγμή που κατάλαβα, ενόησα και συνειδητοποίησα πολύ πολύ βαθιά και ουσιαστικά ότι η κοινωνική πραγματικότητα αλλάζει αργά, πολύ αργά. όπως λέμε και εμείς οι θεωρητικοί της αλλαγής και της καινοτομίας, ριζικές καινοτομίες, αυτές δηλαδή που μεταβάλουν εκ βάθρων τον τρόπο με τον οποίο σχεδιάζονται και υλοποιούνται διαδικασίες, προϊόντα και υπηρεσίες συμβαίνουν πολύ σπάνια. Αντιθέτως πολύ συχνά παρουσιάζονται σωρευτικές καινοτομίες, δηλαδή μικρές αλλαγές που βελτιώνουν τον τρόπο με τον οποίο σχεδιάζονται και υλοποιούνται διαδικασίες, προϊόντα και υπηρεσίες.
Αφορμή για αυτήν την σκέψη η βιβλιοθήκη μου, στην οποία φυλάω τεύχη από τα περιοδικά της νιότης μου, ήτοι το ΜΕΤΡΟ και το ΔΙΦΩΝΟ. Ξεφυλλίζω λοιπόν με μεγάλο ενδιαφέρον το τεύχος 9, ΙΟΥΛΙΟΣ 1996 του ΜΕΤΡΟ και ανακαλύπτω ότι τίποτα, μα τίποτα δεν έχει αλλάξει στον τρόπο και στα πρόσωπα. Είναι ίδια. Ίδιες και οι απόψεις, ίδια και τα ζητούμενα. Λίγη καθαρή ενέργεια έχει προστεθεί στις μέρες μας και λίγη περισσότερη περιβαλλοντική ευαισθησία κατά τα άλλα τίποτα! Κενό. Σχεδόν απουσία ακόμη και σωρευτικών καινοτομιών.
Τα θέματα: ντόπινγκ τότε, ντόπινγκ και σήμερα, ακρίβεια τώρα ακρίβεια και τότε (το ποτό στο Sui Generis το 1996 κόστιζε 1.900 δρχ = 5,7 ευρώ και σήμερα 12 χρόνια μετά 7 με 8), η ηλεκτρονική επανάσταση τότε και σήμερα μια από τα ίδια. Διαφήμιση τότε διαφήμιση και τώρα, ανάλυση για το πολιτικό και κοινωνικό σκηνικό της μεταπολίτευσης τότε, ανάλυση ίδια και απαράλλαχτη τώρα.
Δεν ξέρω τι να πώ... Το σίγουρο είναι ότι εμείς δεν θα τον αλλάξουμε τον κόσμο. Το πολύ πολύ να του προσθέσουμε μερικές σωρευτικές καινοτομίες. Το ζήτημα όμως δεν είναι αυτό. Το ζήτημα είναι αν θα αποδεχτούμε αμαχητί αυτήν την κατάσταση ή θα προσπαθήσουμε να την ανατρέψουμε με τον τρόπο που γνωρίζουμε. Δεν είναι όμως ποτέ αρκετός ο "τρόπος που γνωρίζουμε". Μπορεί να χρειάζεται να τον φανταστούμε.

Πέμπτη, Ιανουαρίου 03, 2008

Το όνομά μου

Με κάλεσαν να παίξω σε ένα παιχνίδι! Και έχει περάσει πολύ καιρός και πολύ λυπάμαι που δεν μπόρεσα νωρίτερα να ανταποκριθώ. Αλλά προείχαν άλλα. Ίσως πιο επιτακτικά.
Πού θα ήθελα να δω γραμμένο το όνομά μου?
Το "mithradir" πουθενά. Μου φτάνει που το παραθέτω εδώ, αλλά και σε μέρη όπου νιώθω σαν το σπίτι μου.
Τώρα το πραγματικό μου όνομα θα ήθελα να το δω γραμμένο στο εξώφυλλο ενός βιβλίου. Ενός πολύ συγκεκριμένου βιβλίου. Στις προθήκες των βιβλιοπωλείων θα ήθελα να το δω. Κάποτε είχα μια ευκαιρία και την έχασα. Ο ανόητος, τη θεώρησα τιμωρία. Δεν θα μου επιτρέψω να το ξανακάνω.
Καλώ την Krotkaya, την envain, τον Abstraction και τέλος την γλυκυτάτη Stefy να μας τα πουν. Είναι άλλωστε και έθιμο της εποχής!!!